Η μέθοδος χημικής – μη ηλεκτρολυτικής επινικέλωσης ή αλλιώς αυτοκαταλυόμενης απόθεσης, αναπτύχθηκε τη δεκαετία του ’50 και εξελίχθηκε στον ταχύτερα αναπτυσσόμενο τομέα των βιομηχανικών επιμεταλλώσεων στις δεκαετίες του ’70 και του ’80.
Η απόθεση του επιστρώματος στην μεταλλική επιφάνεια γίνεται μέσω χημικής αναγωγής των ιόντων νικελίου αυτόνομα, δίχως τη συνδρομή ηλεκτρικού ρεύματος όπως στις κλασσικές ηλεκτρολυτικές επιμεταλλώσεις. Το επίστρωμα έχει μικροκρυσταλλική, σχεδόν άμορφη δομή και εκτός του νικελίου περιέχει και φώσφορο, το ποσοστό του οποίου κυμαίνεται από 10 – 13%. Πρόκειται για βιομηχανικό επίστρωμα Ni-P, υψηλού ποσοστού φωσφόρου, που αποτίθεται σε πάχη 5-25μm αναλόγως της εφαρμογής, και παρουσιάζει τις εξής ιδιότητες:
Εξαιρετική αντίσταση στη διάβρωση
Πολύ καλή αντίσταση στην τριβή
Σκληρότητα 550HV
Το μεγάλο πλεονέκτημα της χημικής εναπόθεσης νικελίου έναντι των ηλεκτρολυτικών μεθόδων, είναι η ομοιόμορφη-ισόπαχη επικάλυψη της επιφανειας σε όλα τα σημεία, ακόμη και σε εξαρτήματα πολύπλοκης γεωμετρίας με εσοχές, τρυπούλες, γωνίες κλπ.
Δεν εφαρμόζεται σε αντικείμενα που έχουν υποστεί φθορά λόγω του περιορισμού του πάχους του.
Η χημική επινικέλωση μπορεί να εφαρμοστεί σε εξαρτήματα από κοινό ανθρακούχο, κραματωμένο ή ανοξείδωτο χάλυβα, χυτοσίδηρο, ορείχαλκο, αλουμίνιο και κράματα αυτού. Τυπικά παραδείγματα εφαρμογών είναι:
Μήτρες – καλούπια πλαστικών, πλάκες, υδραυλικοί κύλινδροι, χιτώνια, λεπίδες, ακροφύσια, χυτά εξαρτήματα μηχανών και κατασκευών, μεταλλικοί σκελετοί, κυτία ηλεκτρολογικού-ηλεκτρονικού υλικού κλπ.